Ο Χρόνης Μίσσιος γεννήθηκε στην Καβάλα το 1930. Σε νεαρή ηλικία γίνεται αντάρτης και το 1947 συλλαμβάνεται και καταδικάζεται σε θάνατο. Τελικά γλίτωσε την εκτέλεση αλλά γνώρισε ως πολιτικός κρατούμενος πολλές φυλακές της Ελλάδας. Έδωσε την ψυχή του σε αγώνες και μάχες για το κομμουνιστικό κόμμα και το 1985 γράφει το πρώτο του βιβλίο "...καλά εσύ σκοτώθηκες νωρίς" το οποίο είναι αυτοβιογραφικό. Με αυτό το βιβλίο καταπιάστηκε φέτος η βραβευμένη σκηνοθέτις Σοφία Καραγιάννη και η ομάδα GAFF και δημιούργησαν μια παράσταση αψεγάδιαστη που παρουσιάζεται στο θέατρο 104.
Η Σοφία Καραγιάννη ζωντανεύει στη σκηνή τη ζωή του Χρόνη Μίσσιου τοποθετώντας τους ηθοποιούς και όλα τα γεγονότα πάνω και γύρω από μία τραπεζαρία. Με περίτεχνο τρόπο εστιάζει στο κομμάτι της ανθρώπινης εξαθλίωσης και των δοκιμασιών και όχι στις πολιτικές εξελίξεις της εποχής και με έντονους και ζωντανούς διαλόγους μετατρέπει εύκολα τους τιμωρούς σε ανθρώπινα ράκη και το αντίστροφο. Κρατάει την αφηγηματική υφή κατά την οποία ο Μίσσιος ξετυλίγει το κουβάρι των αναμνήσεων και παρουσιάζει τους υπόλοιπους χαρακτήρες επιδερμικά χωρίς να εμβαθύνει στις προσωπικότητες τους.
Ο Ιωσήφ Ιωσηφίδης σκιαγραφεί τη ζωή του Χρόνη Μίσσιου από τα εφηβικά του χρόνια και έπειτα. Καταβεβλημένος σωματικά και ψυχικά μένει πάντα πιστός στο κόμμα και τις πεποιθήσεις του και με μία αφύσικη αισιοδοξία και δίψα για ζωή βρίσκει τη δύναμη να σταθεί στα πόδια του και να αντισταθεί στους βασανιστές του. Ο Ιωσήφ με έναν χείμαρρο συναισθημάτων αποδίδει ρεαλιστικά όλο τον πόνο αλλά και το σθένος που κουβαλά ο ψυχισμός του ήρωά του.Σε όλη τη διάρκεια του έργου μοιάζει να φορά έναν αόρατο μανδύα που τον προστατεύει από τις κακουχίες και του δίνει την όψη ενός ακμαίου άντρα γεμάτο δύναμη και θέληση για αντίσταση. Όλο αυτό το οικοδόμημα καταρρέει σε μία στιγμή στη σκηνή όπου εξιστορεί στο γιατρό - σωτήρα του τους ανελέητους βασανισμούς του. Εκεί μεταφέρεται σε μια άλλη, εντελώς διαφορετική συνθήκη, γεμάτη σπαραγμό, απόγνωση και απελπισμένη ανάγκη για κατανόηση και απελευθέρωση.
Οι ηθοποιοί Κωνσταντίνος Πασσάς, Δημήτρης Μαμιός και Γιάννης Μάνθος με μεγάλη ευελιξία αλλάζουν συνεχώς προσωπεία ερμηνεύοντας όλους τους ρόλους και κουβαλώντας το μεγαλύτερο φορτίο του έργου.Με ευστροφία, εξωτερικότητα και ταχύ ρυθμό δίνουν ταυτότητα στους πολλαπλούς χαρακτήρες δημιουργώντας μια ατμόσφαιρα εκρηκτική με τις συνεχείς συναισθηματικές μεταπτώσεις να αποτυπώνονται επακριβώς στις κινήσεις και τις εκφράσεις τους.Ουσιαστικοί και γενναιόδωροι στην απεικόνιση των προσώπων προσδίδουν το κατάλληλο επίπεδο δράματος και ενσωματώνονται πλήρως στα μονοπάτια της ιστορίας.
Το σκηνικό χώρο και τα λιτά κουστούμια που επιμελήθηκε η Γεωργία Μπούρδα δημιουργούν ένα περιβάλλον οικείο. Η μουσική του Μάνου Αντωνιάδη και οι επιδέξιοι φωτισμοί της Βασιλικής Γώγου λειτουργούν καθοριστικά στην παράσταση.Η Μαργαρίτα Τρίκκα κάνει μια εξαιρετική δουλειά στην επιμέλεια της κίνησης των ηθοποιών καθώς το σωματικό κομμάτι της παράστασής έχει τον πρώτο λόγο.
Η παράσταση ήταν ένα δύσκολο θεατρικό εγχείρημα το οποίο τελεσφόρησε. Πρόσωπα που έρχονται και φεύγουν, περιοχές της χώρας που αλλάζουν με αστραπιαία ταχύτητα, μαζί με τις θέσεις των ηθοποιών στην τραπεζαρία. Φαγητό, κρασί, τραγούδι και χορός έχουν τον πρωταγωνιστικό ρόλο, αλλά ο φόβος του θανάτου,η απελπισία και ο τρόμος ωθούν το θεατή με ορμή στα βασανιστήρια και τις φυλακές.
Γράφει ο Γιάννης Σεβαστίκογλου
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου